ξαναγιαγέρνω

ξαναγιαγέρνω
και ξαναδιαγέρνω
1. επιστρέφω, γυρίζω πάλι πίσω
2. ξανασυμβαίνω, συμβαίνω για δεύτερη φορά
3. ξαναπηγαίνω, πηγαίνω κάπου για δεύτερη φορά
4. έρχομαι ύστερα από κάποιον άλλο, έρχομαι δεύτερος
5. ασχολούμαι πάλι, νοιάζομαι πάλι για κάτι
6. στρέφομαι πάλι κάπου
7. αλλάζω γνώμη
8. επιστρέφω στη ζωή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξανά + γιαγέρνω / διαγέρνω «επιστρέφω, αλλάζω γνώμη»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”